- σπάρτο
- (spartium). Θάμνος της οικογένειας των Λεγκουμινωδών ή χεδρωπών (δικοτυλήδονα), πάρα πολύ κοινός στην Ελλάδα, σε εδάφη ξηρά, ασβεστούχα ή πετρώδη. Επιστημονική ονομασία: σπάρτιο το βρουλόμορφο. Έχει βλαστούς βρουλόμορφους, πράσινους, που μαζί με τα ελάχιστα φύλλα, παίρνουν μέρος στη χλωροφυλλική λειτουργία. Τα ψυχοειδή άνθη του είναι αρκετά μεγάλα, κιτρινόχρωμα και εύοσμα. Είναι βραχύμισχα και σχηματίζουν επάκριους βότρεις. Ο καρπός είναι μαυριδερός χέδροπας με πολλά σπέρματα που περιέχουν δηλητήριο. Από τους βλαστούς του, εξάγονται ίνες που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή σχοινιών και χονδροειδών υφασμάτων, πολύ ανθεκτικών. Το φυτό περιέχει μια αλκαλοειδή ουσία, τη σπαρτεΐνη, που θεωρείται καρδιοτονωτική. Χάρη στην άφθονη ανοιξιάτικη ανθοφορία του, εκτιμάται πολύ ως καλλωπιστικός θάμνος, γι’ αυτό φυτεύεται στους κήπους και στα πάρκα. Επειδή αντέχει στην ξηρασία χρησιμοποιείται επίσης ως διακοσμητικό φυτό κατά μήκος πολλών εθνικών αυτοκινητοδρόμων.
Άνθη του φυτού σπάρτο, που αφθονεί στην Ελλάδα.
* * *το / σπάρτον, ΝΜΑγένος, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική ταξινόμηση, αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια φαβίθες τής τάξης φαβώδη, με ένα μόνον είδος, που είναι θάμνος με πολλούς πράσινους λεπτούς βλαστούς οι οποίοι μοιάζουν με βούρλα και με κίτρινα άνθη και το οποίο ευδοκιμεί σε ασβεστώδη, αμμώδη εδάφη ή καλλιεργείται ως καλλωπιστικό φυτό, αλλ. σπάρτιοαρχ.1. σχοινί πλεγμένο από κλώνους σπάρτου («καὶ δὴ δοῡρα σέσηπε νεῶν καὶ σπάρτα λέλυνται», Ομ. Ιλ.)2. λουρί τού κρεβατιού στη σειρά μαζί με άλλα για να τοποθετούνται επάνω τα στρωσίδια3. σχοινί για μέτρηση4. κλωστή5. το σχοινί με το οποίο αναρτούσαν τη φάλαγγα τής ζυγαριάς.[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. σπάρτον θα μπορούσε πιθ. να έχει προέλθει από το ρηματ. επίθ. κάποιου ρήματος, το οποίο, όμως, δεν διατηρήθηκε ίσως λόγω τού ότι θα ήταν ομώνυμο με το ρ. σπείρω. Είναι, επίσης, πιθανό η λ. να συνδέεται με τους τ. σπεῖρα, σπυρίς, σπάργανα ή να ανήκει σε προελληνικό γλωσσικό υπόστρωμα. Τη λ. δανείστηκε η Λατινική, πρβλ. λατ. spartum].
Dictionary of Greek. 2013.